Ο Ποντιακός ελληνισμός στην ΕΣΣΔ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (εισήγηση Νο 2)
(1Ο Επιστημονικό Συνέδριο Συλλόγου Καυκασίων Καλαμαριάς «Ο Προμηθέας» 11-13/5/07)
Ο γνωστός Βρετανός ιστορικός Eric Hobsbawm (μέλος της Βρετανικής και Αμερικανικής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών) έγραψε σχετικά με το περιεχόμενο και την σημασία της νίκης των σοβιετικών λαών επί των δυνάμεων του Άξονα: «Η νίκη της Σοβιετικής Ένωσης ενάντια στον Χίτλερ υπήρξε το επίτευγμα ενός καθεστώτος που οικοδομήθηκε εκεί με την Οκτωβριανή Επανάσταση…Χωρίς αυτή [την νίκη] ο Δυτικός κόσμος σήμερα θα αποτελούσε κατά πάσα πιθανότητα ένα σύνολο διαφόρων τύπων απολυταρχικών και φασιστικών καθεστώτων…»[1] Μια νίκη που επετεύχθη με τεράστιο ανθρώπινο και υλικό κόστος για την Σοβιετική Ένωση.
Ωστόσο, η πορεία της ανοικοδόμησης ήταν εντυπωσιακή. Πραγματικά αποκαλυπτική είναι η απόρρητος αναφορά για τις πρόσφατα απελευθερωθείσες περιοχές της ΕΣΣΔ, η οποία κατετέθη προς ενημέρωση της ελληνικής Κυβέρνησης στο Κάιρο στα μέσα του 1944: «Η Σοβιετική Κυβέρνησις δεν παραλείπει να καταβάλλει την δέουσαν μέριμναν όχι μόνον δια τον επαρκή επισιτισμόν και τας υγειονομικάς συνθήκας του ηρωικού τούτου πληθυσμού άλλα και δια την ικανοποίησιν και των πνευματικών ακόμη αναγκών τούτου. Λειτουργούσιν ήδη σχολεία, βιβλιοθήκαι, θέατρα, κλπ.
Όταν ανοικοδομηθούν τα εργοστάσια και αρχίσουν λειτουργούντα, τότε θα αρχίσει η ανοικοδόμησις των οικιών των κατοίκων. Δέον να σημειωθεί όμως ότι αι καταστραφείσαι πόλεις θ’ ανοικοδομηθούν συμφώνως προς νεωστί εκπεπονημένα σχέδια, με ευρείας δενδροφύτους λεωφόρους, κήπους και εν γένει με όλας τας απαιτήσεις της τελευταίας πολεοδομικής επιστήμης…
…τόσον εις την ανοικοδόμησιν της βιομηχανίας όσον και εις την ανασυγκρότησιν των γεωργικών περιφερειών, μεγάλον ρόλον παίζει το κομμουνιστικόν κόμμα του οποίου πολλά μέλη δια του ενθουσιασμού και του φανατισμού των, μεταδίδουσι εις τους πληθυσμούς την πίστιν ότι η ταχυτέρα ανόρθωσις των ερειπίων θα συντελέσει εις την βελτίωσιν του μέλλοντός των.»[2]
Την παραπάνω εικόνα συμπληρώνει η μαρτυρία ενός Ποντίου που έζησε την εποχή εκείνη την διαδικασία της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης: «Ακούστε, η Σοβιετική Ένωση προσπαθώντας κατά τα πρώτα της βήματα μετά την Επανάσταση και τον Εμφύλιο να σταθεί στα πόδια της, πέρασε πραγματικά δύσκολα χρόνια. Και εκεί που πήγαινε να ορθοποδήσει ήρθε και η καταστροφή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν μπορείτε να αναλογιστείτε το μέγεθος της καταστροφής. Όμως υπήρχε πειθαρχία. Όπως ήταν η πειθαρχία επί Στάλιν δεν θα υπάρξει ποτέ. Όχι ότι ο κόσμος φοβότανε. Αυτό είναι ψέμα. Ήταν συνειδητή η πειθαρχία. Υπήρχαν βέβαια και οι τυχοδιώκτες, αλλά στην πλειοψηφία τους ήταν συνειδητοί: με την ψυχή τους! Πηγαίνανε στη δουλειά και κανένας δεν αργούσε. Η δουλειά προχωρούσε και οι άνθρωποι τραγουδούσανε δουλεύοντας. Ναι, ήταν δύσκολα. Αλλά εμείς βλέπαμε: όταν μια πόλη ήταν κατεστραμμένη, εμείς την στήναμε με τον ενθουσιασμό και με την αγάπη για την πατρίδα. Τους έβλεπα και απορούσα: όταν πηγαίνανε στη δουλειά, όλοι είχανε χαμόγελο στο πρόσωπο…»[3]
Στον αγώνα του σοβιετικού λαού για την αύξηση της παραγωγής στα πλαίσια της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης διακρίθηκαν και πολλοί Ελληνοπόντιοι. Στοιχεία από τα Κρατικά Αρχεία της Δημοκρατίας της Ατζαρίας μαρτυρούν, για παράδειγμα, πως το 1948 τιμήθηκαν στο ελληνοποντιακό χωριό Ντάγκβα (κοντά στο Βατούμ) 12 κολχόζνικοι αγρότες. Με διάταγμα του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ «Για την πλούσια συγκομιδή εσπεριδοειδών και τσαγιού» τους απενεμήθη το παράσημο του «Ήρωα της Σοσιαλιστικής Εργασίας». Επίσης τιμήθηκαν με το παράσημο του Λένιν τρεις κολχόζνικοι αγρότες (πρόκειται για τους: Νικόλαο Κ. Νεανιάδη, Αλκιβιάδη Ι. Συμβουλίδη και Αρίστο Ζ. Στεφανίδη). Συνολικά μέχρι το 1950, είχαν απονεμηθεί 126 μετάλλια και παράσημα της ΕΣΣΔ σε κολχόζνικους αγρότες του χωριού Ντάγκβα της Ατζαρίας, καθιστώντας το ένα από τα πρωτοπόρα χωριά στην μάχη της παραγωγής κατά την μεταπολεμική περίοδο.[4]
Ο πόλεμος όμως, αν και τυπικά μπορεί να είχε τελειώσει, ουσιαστικά λάμβανε νέες μορφές. Η ταξική πάλη σε διεθνές επίπεδο, η πάλη μεταξύ διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος και σοσιαλισμού, όχι μόνο δεν τερματίστηκε με την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά εισήλθε σε μια νέα περίοδο όξυνσης:
Το 1946-1947 ενσωματώθηκε στον στρατιωτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ το στρατηγικό δόγμα του «ατομικού αστραπιαίου πολέμου», το οποίο προέβλεπε επίθεση στην Σοβιετική Ένωση με ατομικά όπλα:
«Ο πρέσβης των ΗΠΑ στο Λονδίνο Λ. Ντάγκλας τον Απρίλη του 1948 εισηγείτο στην Ουάσινγκτον ότι ο Τσόρτσιλ ‘πιστεύει ότι ήρθε ο καιρός να πούμε ευθέως στα Σοβιέτ, ότι αν δε φύγουν από το Βερολίνο και δεν αφήσουν την Ανατολική Γερμανία, αν δεν οδηγήσουν τα στρατεύματα στα πολωνικά σύνορα, θα καταστρέψουμε εκ θεμελίων τις πόλεις τους’…Σύμφωνα με το Σχέδιο Μπρόιλερ (Φθινόπωρο του 1947) προβλεπόταν να καταστραφούν 24 πόλεις με 34 βόμβες, σύμφωνα με το Σχέδιο Όφτεκλ (Οκτώβρης του 1949) 104 πόλεις με 220 βόμβες με διατήρηση 72 βομβών για επαναληπτικά πλήγματα στην ΕΣΣΔ.»[5]
Στις 4 Απριλίου του 1949 δημιουργήθηκε ο –αμυντικός στα λόγια, επιθετικός στην πράξη- ιμπεριαλιστικός συνασπισμός του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ).
Αυτό ήταν το διεθνές κλίμα, στα πλαίσια του οποίου εξελίχθηκαν όσα συνέβησαν στην συνέχεια.
Οι μετεγκαταστάσεις του 1949 αφορούσαν κυρίως Έλληνες (καθώς και Τούρκους, κ.α.) υπηκόους ή άτομα χωρίς καμιά υπηκοότητα, οι οποίοι κατοικούσαν στις στρατηγικά ευαίσθητες συνοριακές περιοχές της Μαύρης Θάλασσας και του Καυκάσου. Γιατί οι σοβιετικές αρχές προχώρησαν σε αυτό το μέτρο τέσσερα χρόνια μετά την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου; Για ορισμένους μελετητές το γεγονός αυτό αποτελεί την πιο αδιάψευστη απόδειξη για τον εθνικό –ενάντια στις μειονότητες δηλαδή- χαρακτήρα της σοβιετικής πολιτικής. Οι E. Gordon και E. Klopov, για παράδειγμα, ισχυρίζονται συμπερασματικά πως «για να καταλάβουμε την προβοκατόρικη-τρομοκρατική ουσία των καταστολών στην εθνική βάση πρέπει να υπολογίσουμε ότι οι καταστολές αυτές συνεχίζονται και μετά τον πόλεμο, όταν εξαφανίζονται όλα τα αίτια, τα οποία προβάλλονται στην αρχή, για να δικαιολογήσουν τις πράξεις αυτές.»[6] Όντως εξαφανίζονται; Όπως διαπιστώσαμε μόλις προηγουμένως, η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα ενάντια στην ΕΣΣΔ μεταπολεμικά οξύνεται, σε βαθμό μάλιστα που για πολλούς ο Τρίτος Παγκόσμιος ήταν απλά θέμα χρόνου.
Επιπλέον δεν πρέπει να λησμονούμε και το εξής: πως έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1950 δρούσαν στις συνοριακές περιοχές της ΕΣΣΔ ένοπλες αντισοβιετικές ομάδες, αποτελούμενες από μέλη φασιστικών / εθνικιστικών οργανώσεων, συνεργατών των Ναζιστικών κατοχικών δυνάμεων, που μετά την υποχώρηση των τελευταίων παρέμειναν στα μετόπισθεν. Αμερικανικά διπλωματικά έγγραφα εντάσσουν τις ομάδες αυτές σε ενδεχόμενο γενικευμένο πόλεμο κατά της ΕΣΣΔ.[7]
Ποιος ο αριθμός των «Ειδικών Μετοίκων» του 1949; Οι υπάρχουσες αναφορές σε αρχειακές πηγές –αν και συχνά αντικρούουν η μία την άλλη- απέχουν ωστόσο παρασάγγας από τα νούμερα που κάνουν συχνά την εμφάνισή τους από τους διάφορους «ιστοριογράφους της γενοκτονίας» (και κάνουν λόγο ακόμα και για εκατοντάδες χιλιάδες). Έτσι από τα σοβιετικά αρχεία παρατίθεται ο αριθμός 10.000 και 37.000, ενώ σχετική αναφορά του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών μιλάει για 17.000.[8] Και δεν υπάγονταν όλοι στην κατηγορία των «Ειδικών Μετοίκων», αφού ένας σημαντικός αριθμός ατόμων που δεν περιλήφθηκε στο μέτρο της μετεγκατάστασης, ακολούθησε τους «Ειδικούς Μετοίκους» προκειμένου να βρίσκεται κοντά με συγγενικά πρόσωπα, κλπ.
Έγιναν λάθη στην επιλογή των ανθρώπων που προορίζονταν για μετεγκατάσταση; Η απάντηση είναι πως ναι έγιναν. Η οικογένειά του Βασίλη Τσαλουχίδη, για παράδειγμα, ήταν η μοναδική από το χωριό (της περιοχής του Σοχούμ) που στάλθηκε το 1949 στο Καζακστάν, παρότι ο ίδιος ήταν βετεράνος πολέμου. Το γεγονός αυτό ο ίδιος το απέδωσε σε σκευωρία που του έστησαν οι συγχωριανοί του.[9]
Ομοίως και στην περίπτωση του Νικόλαου Μπαϊραχταρίδη, ο οποίος –σύμφωνα με μαρτυρία συγγενούς του- έγραψε γράμμα στον ίδιο τον Στάλιν, αν και «κανείς δε πίστευε ότι θα έπαιρνε απάντηση». Στο μεταξύ «το Καζακστάν έγινε πανέμορφο. Αρχίσανε να σηκώνονται ολόκληρες πόλεις, η έρημος ζωντάνεψε και στα πρόσωπα των ανθρώπων ήρθαν τα χαμόγελα…Και εδώ ήρθε η απάντηση από τον σύντροφο τον Στάλιν. Στην οικογένεια Μπαϊραχταρίδη δώσανε την άδεια για να μετακινηθούνε όπου θέλουνε και όποτε θέλουνε.» Ο Νίκος Μπαϊραχταρίδης, ωστόσο, δεν επιθυμούσε να φύγει πλέον από το Καζακστάν «γιατί και εκεί είχε κάνει ένα πανέμορφο σπίτι, ήταν οι συγγενείς του, ήταν η δουλειά του…»[10]
Η οικογένεια της Χαρίκλειας Κανέτη μετεγκαταστάθηκε σε μια περιοχή κοντά στην Τασκένδη. Στην μαρτυρία της αναφέρει πως οι Αρχές μερίμνησαν για κάθε οικογένεια, για κάθε άτομο, προμηθεύοντάς τους με τα απαραίτητα, βοηθώντας τους να χτίσουνε νέες οικίες, κλπ. Έχοντας υπόψη τις ειδικότητες του καθενός, επιμελήθηκαν επίσης της άμεσης αποκατάστασης των ειδικών μετοίκων σε ανάλογα επαγγέλματα. Έτσι, ανάλογα με τις ανάγκες, καθώς και με την διαθεσιμότητα σε θέσεις εργασίας, τους έστελναν σε αντίστοιχους χώρους δουλειάς. Στον πατέρα της Χαρίκλειας συγκεκριμένα, όντας ράπτης στο επάγγελμα, του πρότειναν να πάει στην πόλη Τσιμκέντ προκειμένου να δουλέψει σε εξειδικευμένο τμήμα που έραβε ρούχα, παλτά και σακάκια.[11]
Η σοβιετική κυβέρνηση έδωσε από τη πρώτη στιγμή την δυνατότητα στους πληθυσμούς που μετεγκατεστάθηκαν να διαπρέψουν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Κυριακής Παπαδοπούλου, η οποία μετεγκαταστάθηκε το 1949 από το Κουμπάν στην Άλμα-Ατά του Καζακστάν. Λίγους μήνες αργότερα, το 1950, «για την δουλειά της, για την αφοσίωσή της στην εργασία καλλιεργώντας καπνά», της αποδόθηκε μια από τις ανώτατες τιμές του Σοβιετικού Κράτους: το παράσημο Λένιν. Ήταν μόλις 24 ετών.[12]
Υπήρχαν διακρίσεις έναντι των Ελλήνων λόγω καταγωγής; Ο Κωνσταντίνος Καράντζος είναι κατηγορηματικός: «Δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα! Ίσα-ίσα, δεν ξέρω γενικά για την Σοβιετική Ένωση, αλλά η δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν μας τα έδωσε όλα, πανεπιστήμια, ελεύθερα…Το 1949 με 1952-1953 σπούδαζα με εκείνα τα παιδιά, που ήρθαν με υποτροφία εκεί, τρώγαμε σε ένα εστιατόριο μαζί με το κουπόνι, μας πλήρωναν και από πάνω 500 ρούβλια…Και ιδιαίτερα τους Ποντίους, ορισμένοι δεν δίνανε εξετάσεις για να μπούνε…σαν μέριμνα…Και σπουδάζανε όπου θέλανε, στο Καζακστάν, στο Ουζμπεκιστάν, δεν υπήρχε περιορισμός…»[13]
Υπήρξε γενοκτονία των Ελληνοποντίων στην Σοβιετική Ένωση; Τα πληθυσμιακά δεδομένα δεν υποστηρίζουν αυτή την άποψη. Πράγματι, η αφερεγγυότητα του ιδεολογήματος περί ‘μαζικών διώξεων’ και ‘γενοκτονίας’ αναδεικνύεται και από την συνεχόμενη αυξητική πορεία του συνολικού αριθμού των Ελλήνων στην ΕΣΣΔ, η οποία σε καμιά απολύτως περίοδο δεν παρουσιάζει μείωση ή στασιμότητα. Τουναντίον, το διάστημα 1926-1959, ο ελληνικός πληθυσμός της ΕΣΣΔ παρουσιάζει αύξηση 44,76%. Η αντίστοιχη αύξηση του συνόλου του πληθυσμού της Σοβιετικής Ένωσης κατά την ίδια περίοδο ήταν 40,61%. Συνεπώς ο ελληνικός πληθυσμός παρουσιάζει μεγαλύτερες αυξητικές τάσεις από το μέσο όρο της επικράτειας.
Η αφερεγγυότητα των ισχυρισμών της κυρίαρχης ιστοριογραφίας αποδεικνύεται επιπλέον από την ίδια την πορεία των Ελλήνων στην ΕΣΣΔ και την καταξίωσή τους μέσα από όλα σχεδόν τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Σε ένα δείγμα περίπου 200 ατόμων ελληνικής καταγωγής που διέπρεψαν στην Σοβιετική Ένωση («Who is Who» του Θ. Κεσσίδη), αναφέρονται και πολλοί, οι οποίοι ανήκαν στην κατηγορία των ειδικών μετοίκων της περιόδου 1944-1949. Ορισμένοι εξ αυτών επέστρεψαν στους τόπους καταγωγής τους, ωστόσο δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι οποίοι διέπρεψαν είτε στους νέους τόπους κατοικίας τους (Καζακστάν) είτε σε άλλες πόλεις της ΕΣΣΔ. Το γεγονός που προκύπτει συμπερασματικά από μια επισκόπηση της σταδιοδρομίας τους είναι πως η μετεγκατάστασή τους –προσωρινή ή μόνιμη- δεν ανέκοψε την σταδιοδρομία τους. Τουναντίον, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ήταν στους καινούργιους τόπους διαμονής τους όπου τους δόθηκαν τα πρώτα εφόδια ή η δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους και να διακριθούν.[14]
Με αφορμή την πρόσφατη δημοσιοποίηση των ονομάτων όλων εκείνων που είχαν παρασημοφορηθεί στην ΕΣΣΔ, ο Νικόλαος Μασμανίδης, αναφέρει σε άρθρο του στην ρωσόφωνη εφημερίδα «Αθηναϊκός Κούριερ» (21 Σεπτέμβρη – 6 Οκτώβρη 2006), πως υπήρχαν αναγραμμένα χιλιάδες ονόματα Ποντίων, οι οποίοι είχαν γίνει αποδέκτες πληθώρας διακρίσεων, όπως το παράσημο Λένιν, ο τίτλος του «Ήρωα της Σοσιαλιστικής Εργασίας», του «Ήρωα της Σοβιετικής Ένωσης», κλπ. Κλείνει δε με το εξής: «Η ιστορία του Ποντιακού λαού θέλει από εμάς να θυμόμαστε συνέχεια τις σελίδες, όχι μόνο με τα ονόματα των σταλινικών διώξεων –που έχει γίνει ιδιαίτερα της μόδας τον τελευταίο καιρό- αλλά και με τα ονόματα αυτών των Ποντίων που τιμήσανε με την ανδρεία τους, με την εργασία τους κατά την σοβιετική περίοδο, τον μικρό λαό τους. Με μεγάλη μου χαρά γνωρίζω πως είναι πολλά αυτά τα ονόματα, τα οποία σηματοδοτούν και επιβεβαιώνουν πως η ιστορία των Ελλήνων…ήταν σπουδαία ιστορία. Γιατί πραγματικά τιμήσανε την πατρίδα τους, την Σοβιετική Ένωση, σε όλες τις σφαίρες της δημιουργίας.»[15]
Η γενικότερη πορεία των Ελληνοποντίων ως ανθούσα εθνική μειονότητα έρχεται σε αντίθεση με τον συνεχώς επαναλαμβανόμενο ισχυρισμό ότι οι Έλληνες αποτελούσαν ουσιαστικά μειονότητα υπό διωγμό στην Σοβιετική Ένωση.
Μέλη μιας ομάδας ανθρώπων που δραστηριοποιείται και αναπτύσσεται σε ένα περιβάλλον «εχθρικό», δεν είναι δυνατό να διαπρέψουν παρά μόνο ως μεμονωμένες εξαιρέσεις. Οι επαναλαμβανόμενες «εξαιρέσεις», διάχυτες στο σύνολο της βιβλιογραφίας, παύουν πλέον εκ των πραγμάτων να καθίστανται εξαιρέσεις και αναπόφευκτα συνθέτουν την πραγματική αλήθεια. Πως δηλαδή ήταν το συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό σύστημα το οποίο έδωσε την δυνατότητα σε μια εθνική μειονότητα όπως οι Έλληνες να αναπτυχθεί και στα μέλη της να αναδείξουν τα ταλέντα, τις δεξιοτεχνίες και τις δημιουργικές τους ικανότητες. Γι’ αυτό και κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1930 πάνω από ένας στους δέκα Έλληνες στην ΕΣΣΔ κατείχε ανώτατη μόρφωση, ενώ αντίστοιχα στην Ελλάδα το ποσοστό αναλφαβητισμού ξεπερνούσε το 40%. Και βέβαια πως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, αφού στην καπιταλιστική Ελλάδα πάνω από το ένα τρίτο των εργαζομένων στις βιομηχανικές επιχειρήσεις της πρωτεύουσας ήταν παιδιά;
Θα ήθελα να κλείσω αυτή την παρουσίαση με ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς κατασκευάζεται και προωθείται η λεγόμενη «σταλινική γενοκτονία των Ελλήνων της ΕΣΣΔ» σήμερα. Τον Ιούνιο του 2006, προβλήθηκε σε σχετική εκδήλωση στη πλατεία Δαβάκη της Καλλιθέας, η ταινία του Κωνσταντίν Χαραλαμπίδη «Από τα Χριστούγεννα μέχρι την Ανάσταση». Η ταινία πραγματευόταν τις μετεγκαταστάσεις του 1949 (στις οποίες περιλήφθηκε και ο ίδιος). Μόλις ο σκηνοθέτης της συνειδητοποίησε την ιδιαίτερη «χρήση» και περιεχόμενο που προσέδωσαν στην ταινία του, έγραψε αμέσως επιστολή, η οποία και δημοσιεύτηκε στο φύλλο νο.50 (13-19 Δεκεμβρίου 2006) της ρωσόφωνης εφημερίδας «Ομόνοια». Παραθέτουμε ενδεικτικά ορισμένα αποσπάσματα:
Προτιμώ την αλήθεια…
Σήμερα οι συμπατριώτες μου επινοούν μύθους που τους πιστεύουν κιόλας…
«Τον Ιούνιο του 2006 στην Αθήνα, στην πλατεία Δαβάκη, πραγματοποιήθηκε η προβολή της ταινίας μου «Από τα Χριστούγεννα μέχρι την Ανάσταση». Μετά την προβολή με πλησίασε μια δημοσιογράφος από ελληνική ρωσόφωνη εφημερίδα και μου ζήτησε να της παραχωρήσω συνέντευξη, κάτι που το δέχθηκα. Όμως έμεινα άναυδος όταν είδα τη συνέντευξη δημοσιευμένη στην εφημερίδα. Το άρθρο, στο οποίο είχαν ενσωματώσει την συνέντευξή μου, έφερε τον τίτλο «Η Γ’ γενοκτονία του ποντιακού λαού». Βλέπετε, γνωρίζω ότι υπήρξε γενοκτονία στην Τουρκία στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά για ποιες άλλες δύο γενοκτονίες μιλάει η δημοσιογράφος; Έχοντας διαβάσει το άρθρο, διαπίστωσα ότι η δεύτερη γενοκτονία των Ελλήνων Ποντίων συντελέστηκε στην ΕΣΣΔ, ενώ η τρίτη γίνεται τώρα στην Ελλάδα. Η δημοσιογράφος της εφημερίδας είχε παρακολουθήσει την ταινία μου και δεν μπορεί να μην είχε καταλάβει πως εγώ έχω διαφορετική γνώμη από αυτήν. Επομένως σκόπιμα παραποίησε τα δεδομένα…
…Πολλοί Έλληνες στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πολέμησαν στο πλευρό της Ρωσίας και αρκετοί από αυτούς τιμήθηκαν με την ανώτατη διάκριση «Ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης». Εάν οι Έλληνες ήταν κατατρεγμένοι με βάση την εθνική τους ταυτότητα, τότε ποτέ, μα ποτέ, δεν θα τους είχε επιτραπεί να μετέχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις. Σήμερα έγινε της μόδας να πετούμε λάσπη στη Σοβιετική Ένωση…
…Πολλά από εκείνα που συνέβησαν στα σοβιετικά χρόνια ήταν παράλογα, εντούτοις είναι ανεπίτρεπτο να λέμε συλλήβδην ότι ζούσαμε μέσα σε μια αυτοκρατορία του κακού…
…Σήμερα οι συμπατριώτες μου επινοούν μύθους και τους πιστεύουν κιόλας. Υπάρχει, π.χ. ένας μύθος για τον ανιχνευτή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Φισατίδη, σύμφωνα με τον οποίο, δεν του αποδόθηκε η τιμητική διάκριση «Ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης» μόνο και μόνο επειδή ήταν Έλληνας. Ας είναι αιώνια η μνήμη του Έλληνα ήρωα που έζησε στην Ρωσία και υπερασπίστηκε τα σύνορά της. Αλλά σύμφωνα με τον ίδιο δεν έλαβε αυτή την διάκριση επειδή σκότωσε, αντί να αιχμαλωτίσει, έναν Γερμανό στρατηγό. Ο Φισατίδης, βλέποντας τις ωμότητες των Ναζί που εκτελούσαν τις διαταγές του στρατηγού, δεν άντεξε και τον πυροβόλησε. Τα πτώματα των γέρων και των παιδιών που είδε τον οδήγησαν σε τέτοια οργή που αθέτησε την διαταγή των ανωτέρων του και δεν έφερε τον στρατηγό ζωντανό έχοντας προβεί σε αυτοδικία. Κατόπιν τούτου πληροφορήθηκε άμεσα ότι ματαιώνεται η απονομή της διάκρισης αν και είχε υπογραφεί η σχετική απόφαση. Είμαι βέβαιος πως σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα έκαναν το ίδιο.
Ωστόσο, για πολλούς από τους συμπατριώτες μου, όχι για όλους βέβαια, τη μεγαλύτερη αξία έχει ο μύθος τον οποίον προσπαθούν να εκμεταλλευτούν, όπως φαίνεται για ιδιοτελείς σκοπούς…
…Όλοι μας, αγαπητοί μου Έλληνες, επιβάλλεται να θυμόμαστε ότι όσα βάσανα λαχαίνουν σε ένα λαό, λαχαίνουν, βλέπετε, εξ’ αιτίας των λαθών μας. Εάν θέλετε να μιλήσουμε για τα «φοβερά» χρόνια της στασιμότητας στην Σοβιετική Ένωση, τότε πρέπει να είμαστε αντικειμενικοί. Σε αυτά τα «άχρηστα» χρόνια οι εκπρόσωποι του δικού μας ελληνικού λαού, όπως ο Γεώργιος Ξαντόπουλος, έγιναν μεγάλοι ακαδημαϊκοί της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Αστροναύτης Φιόντορ Γιουρτσίχιν ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στα σοβιετικά χρόνια. Ο μεγάλος ειδήμων του κατασκευαστικού τομέα Κωνσταντίν Σιμεωνίδης άρχισε να εργάζεται και αυτός την περίοδο των «φρικτών» σοβιετικών χρόνων. Κατασκεύαζε αγωγούς αερίου και ήταν ένας άνθρωπος χρήσιμος στο λαό και στην χώρα του και αυτό είναι το κύριο. Ο κατασκευαστής γεφυρών ο Ελευθέριος Ναυραζίδης ανήκει στην κατηγορία των εκτοπισμένων Ελλήνων. Και παρόλα αυτά στη σοβιετική περίοδο υπήρξε επικεφαλής μονάδας κατασκευής γεφυρών, κατασκευάζοντας ένα μεγάλο αριθμό γεφυρών σε όλη την Κεντρική Ασία…»
Και καταλήγει:
«…Η δημοσιογράφος δημοσίευσε μια από τις ερωτήσεις της συνέντευξής μου: «Είστε Έλληνας, εξ’ ου και η ταινία για την γενοκτονία των Ελλήνων στη Σοβιετικής Ένωση;» Δεν μου είχε κάνει αυτή την ερώτηση και την παρενέβαλε μετά την συνέντευξη. Η ερώτηση αυτή περιέχει ένα ψεύδος. Αν μου την είχε κάνει στα ίσια, θα απαντούσα το εξής: «Στη Ρωσία δεν υπήρξε γενοκτονία των Ελλήνων…Η αλήθεια για μένα έχει μεγαλύτερη αξία από τις δημόσιες σχέσεις. Δεν χρειάζεται ούτε η ταινία μου, ούτε και εγώ μια τέτοια δημοσιότητα. Προτιμώ την αλήθεια…».»
Αναστάσης Γκίκας 18.6.2007
Δρ. Πολιτικών Επιστημών
[1] Hobsbawm E (2000) «Age of Extremes: The Short Twentieth Century, 1914-1991» (London: Abacus) σελ.7
[2] Φάκελος 46.1 του 1944, Κυβέρνηση Καΐρου, Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών
[3] Συνέντευξη Αθανασιάδη Γιάννη (19/7/2006)
[4] Αθηναϊκός Κούριερ, 21 Σεπτεμβρίου – 6 Οκτωβρίου 2006, άρθρο του Νικόλαου Μασμανίδη με τίτλο «Ποντιακή Συμφωνία: 126 μετάλλια της Σοβιετικής Ένωσης»
[5] Αρσέενκο Α (2005) «Η στρατηγική του ιμπεριαλισμού ενάντια στην ΕΣΣΔ και το διεθνές σοσιαλιστικό σύστημα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», στο «60 χρόνια από τη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών» (Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή) σελ.68-71
[6] Όπως παρατίθεται στο Πογκόσοβα Γ (2002) «Οι Έλληνες στο σύστημα των εθνικών σχέσεων της ΕΣΣΔ» (Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη) σελ.132
[7] National Intelligence Estimate, 10-58 Washington, March 4, 1958 «Anti-Communist Resistance Potential in the Sino-Soviet Bloc», υποκεφάλαιο «Resistance Potential in Event of General War», στο U.S. Department of State, Vol.X, Part 1, FRUS, 1958-1960: E. Europe Region. Βλέπε επίσης από τα Βρετανικά Αρχεία: FO371/48003 «Anti-Soviet Movement in Russia» (1945) και FO371/106512 «Anti-Soviet Communism inside the Soviet Union» (1953), Public Record Office (PRO)
[8] Πογκόσοβα Γ (2002) σελ.135 και 142, Φάκελος 30.2 του 1950, Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών
[9] Αθηναϊκός Κούριερ, 24 Φεβρουαρίου – 3 Μαρτίου 2006, άρθρο Βασίλη Τσαλουχίδη «Ο Στάλιν, ο Μπέρια και οι άλλοι»
[10] Αθηναϊκή Ελλάς, νο.16, 26 Απριλίου – 2 Μαΐου 2006, άρθρο της Σοφίας Πανίδου «Ο θείος Κόλια»
[11] Αθηναϊκός Τύπος, 8 Δεκεμβρίου 2004, Μαρτυρία Χαρίκλειας Κανέτη
[12] Αθηναϊκός Κούριερ, 7-14 Ιούλη 2006, επιστολή οικογένειας Παπαδοπούλου «Το παράσημο της μάνας μου»
[13] Συνέντευξη Καράντζου Κωνσταντίνου (6/7/2006)
[14] Βλέπε Κεσσίδης Θ (1999) «Who is Who» (Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη)
[15] Αθηναϊκός Κούριερ, 21 Σεπτεμβρίου – 6 Οκτωβρίου 2006, άρθρο του Νικόλαου Μασμανίδη με τίτλο «Ποντιακή Συμφωνία: 126 μετάλλια της Σοβιετικής Ένωσης»